Δεν είναι πως δεν το γνωρίζαμε, αλλά όταν βλέπεις τους αριθμούς, αντιλαμβάνεσαι πιο ξεκάθαρα την πραγματικότητα. Στην Ελλάδα λοιπόν ο μέσος κάτοικος ζει με 11.791 ευρώ το χρόνο. Το ποσό αυτό είναι που απομένει καθαρά στην «τσέπη» του μετά φόρων, άλλων κρατήσεων και αφού γίνει η διανομή επιδομάτων. Το ποσό αφορά στο 2025 και περιλαμβάνεται στο σχέδιο προϋπολογισμού που έστειλε στις Βρυξέλλες η κυβέρνηση.
Το μέσο εισόδημα των 11.791 ευρώ για το 2025 προφανώς είναι πολύ χαμηλό. Πάντα άλλωστε ήμασταν πολύ χαμηλά. Να φαντασθεί κανείς πως, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα για όλα τα κράτη στοιχεία (του 2024), το μέσο διαθέσιμο εισόδημα στην Ευρωζώνη είναι 27.065 ευρώ, στο Λουξεμβούργο 58.403 ευρώ αλλά και στην «φτωχή» Πορτογαλία 14.951 ευρώ.
Πριν πάμε στο τι γίνεται στην Ελλάδα, έχουν ενδιαφέρον και κάποια άλλα στοιχεία της Eurostat για τι συμβαίνει όσο περνά ο χρόνος. Γιατί (να θυμίσουμε) μας έχουν κάνει σαφές προσφάτως πως θα πάρει δεκαετίες για να συγκλίνουμε ακόμη και σε καλό σενάριο συνεχούς ισχυρής ανάπτυξης.
Μέσα λοιπόν στα δύσκολα χρόνια που προηγήθηκαν υπήρξε μεγάλη βελτίωση σε όρους εισοδημάτων. Από το 2019 μέχρι το 2024 καταγράφεται άνοδος του διαθέσιμου εισοδήματος κατά 32% στην Ελλάδα έναντι 22% στην Ευρωζώνη. Άρα πάμε πιο γρήγορα. Ωστόσο, τα ίδια στοιχεία δείχνουν πως κράτη που ήταν πιο «κάτω» από εμάς τρέχουν πολύ πιο γρήγορα και κάποια μας ξεπερνούν: η Τσεχία την ίδια περίοδο αύξησε το διαθέσιμο εισόδημα κατά 50%, η Λετονία κατά 54%, η Λιθουανία κατά 60%, η Κροατία κατά 68% και η Πολωνία κατά 62%.
Όλες αυτές οι χώρες ήταν πιο «κάτω» και τώρα μας πέρασαν. Και μας πλησιάζουν Βουλγαρία και Ρουμανία. Κάτι λοιπόν «λένε» όλοι αυτοί οι αριθμοί…

Πάμε τώρα στα δικά μας. Στον καθιερωμένο πίνακα για το όφελος των νέων δημοσιονομικών παρεμβάσεων που όλα τα κράτη στέλνουν στις Βρυξέλλες δίδεται και μία ακόμη παράμετρος. Παρουσιάζεται το εισόδημα σε κάθε μία από τις 10 ομάδες πολιτών με βάση τα λεφτά που έχουν στην τσέπη τους. Τα στοιχεία δείχνουν τα εξής: το 10% των πιο φτωχών Ελλήνων ζει κατά μέσο όρο με 3.959 ευρώ το χρόνο και το 10% των πιο εύπορων με 31.055 ευρώ «καθαρά» ετησίως κατά μέσο όρο. Προφανώς σε αυτή τη τελευταία κατηγορία περιλαμβάνονται και αυτοί που βγάζουν (ή δηλώνουν) πολύ περισσότερα χρήματα, απλά είναι λίγοι και δεν ανεβάζουν πολύ τον μέσο όρο...
Τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση φέτος και το 2026 και περιλαμβάνονται στο υπόδειγμα, κομίζουν σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία του ΥΠΕΘΟ, όφελος για όλους, αλλά πιο πολύ για τα υψηλότερα εισοδήματα. Η ψαλίδα είναι εμφανής για το 2026 και σε απόλυτη αξία (152 ευρώ για το πιο φτωχό 10% των πολιτών και 1520 ευρώ για το πιο εύπορο 10%), αλλά και ως ποσοστό ανόδου του εισοδήματος.

Είναι αναμενόμενο τα οφέλη να μεγαλώνουν με τα εισοδήματα. Και τούτο γιατί το βαρύ πυροβολικό των μέτρων του 2026 ήταν παρεμβάσεις στην φορολογία. Για τον ίδιο λόγο μειώθηκε και το φορολογικό βάρος: κατά μέσο όρο κατά 0,1% φέτος και κατά 0,7% το 2026 από το 21% που ήταν πριν το πακέτο τα ΔΕΘ (φορολογικό βάρος είναι η αναλογία του ακαθάριστου εισοδήματος που πάει για φόρους και εισφορές). Και εδώ πιο εμφανείς είναι οι ελαφρύνσεις στα πιο υψηλά εισοδήματα.

Και καθώς λοιπόν οι πιο εύπορες ομάδες ευνοήθηκαν πιο πολύ από τις πιο ευάλωτες οικονομικά, οι βασικοί δείκτες ανισοτήτων για το 2026 δείχνουν αύξηση. Και αυτό σε αντίθεση με τα νέα μέτρα του 2025 (επίδομα στέγασης, επιδόματα σε ευάλωτες ομάδες) που άμβλυναν φέτος τις ανισότητες.

Να πούμε πως προφανώς έπρεπε να γίνουν παρεμβάσεις στη φορολογία και αφού τα πιο χαμηλά εισοδήματα δεν πληρώνουν φόρο λογικό είναι τα οφέλη να διαχέονται σε όσους επιβαρύνονται πιο πολύ. Ωστόσο, η συνολική εικόνα μεταφέρει μηνύματα. Δείχνει για παράδειγμα πόσο «χειρουργικές» είναι αναγκαστικά (λόγω χρέους και υποχρεωτικών πλεονασμάτων) οι κινήσεις ελάφρυνσης και πόσο λίγα περιθώρια υπάρχουν αλλά και θα υπάρχουν στο μέλλον για επιπλέον βήματα που είναι αναγκαία.
Δείχνει επίσης το πόση σημασία έχει η πραγματική ανάπτυξη που κομίζει μέρισμα στην κοινωνία και μπορεί να δώσει από μόνη της πολύ μεγάλη ώθηση στα εισοδήματα, στην πραγματική σύγκλιση και στην ευημερία. Όπως συνέβη και συνεχίζει να συμβαίνει σε πολλά άλλα κράτη της Ευρώπης που ήταν «πίσω» και κερδίζουν έδαφος όλο αυτό το διάστημα.